Κοινές οι ονομασίες των κινημάτων στην τέχνη, την αρχιτεκτονική και τον σχεδιασμό, μόνο που μοιάζουν διαφορετικές οι εφαρμογές τους γιατί στην μία περιπτώσει έχει κοινωνικό αντίκρισμα, δηλαδή απευθύνεται και αφορά τη συμπεριφορά και τη λειτουργιά του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία, ενώ στην άλλη, της αρχιτεκτονική και του σχεδιασμού, αφορά το αστικό τοπίο.
Στην τέχνη ο Μπρουταλισμός αφορά την έκφραση των βίαιων συναισθημάτων που αποτυπώνονται στα έργα. Σε συνάφεια με την βιαιότητα στην τέχνη, στην αρχιτεκτονική σημαίνει κάτι το τραχύ, το άγριο και ακατέργαστο που προκύπτει μέσα από το ανάμικτο σκυρόδεμα που δεν καλλωπίζεται ώστε το αποτέλεσμα να είναι εξωραϊσμένο και ομαλό.
Στην αρχιτεκτονική πρωτοεμφανίστηκε στα μεταπολεμικά σχέδια του μεγάλου αρχιτέκτονα Le Corbusier, ενώ σαν όρο θα τον χρησιμοποιήσουν πρώτοι δύο βρετανοί αρχιτέκτονες, οι Peter και Elison Smitsons, χρησιμοποιώντας τη Γαλλική λέξη brut (ανάμικτο) σε αντίθεση με την τέχνη που εκεί χρησιμοποιείται το brutal (βάναυσο).
«beton brut» (ακατέργαστο σκυρόδεμα) ο Μπρουταλισμός χρησιμοποιείται για να τονίσει τις τραχιές επιφάνειες που δεν καλύπτονται κάτω από επίχρισμα, τεχνικές ωραιοποίησης, χρώματα, πλακάκια ή μάρμαρα. Αυτό που προτείνει σχεδιαστικά είναι μονότονα και βαριά ορθογώνια σχήματα με τραχιές μονόχρωμες επιφάνειες.
Για πολλά χρόνια ο Μπρουταλισμός δεν ήταν στις επιλογές των αρχιτεκτόνων και σχεδιαστών, θεωρούνταν αποκομμένος από τις ανάγκες του ανθρώπου, άψυχο και κλειστοφοβικό. Τελευταία όμως γίνεται όλο και πιο δημοφιλής καθώς ενσκήπτει συνυφασμένο και ο καλύτερος εκφραστής της βιομηχανικής διάστασης στην διακόσμηση, ένα ρεύμα που κατακτά όλο και περισσότερους. Βέβαια σήμερα είναι κάπως παραλλαγμένο από την αρχική εφαρμογή του και παρουσιάζεται λίγο πιο ευπρεπισμένο καλώντας το πλέον νέο-μπρουταλισμό.